Η κατοικία βρίσκεται σε ένα παραθαλάσσιο προάστιο της πόλης του Βόλου όπου αρχικά προοριζόταν για μικρό ξενοδοχείο, κάτι που αποτέλεσε και τη μεγαλύτερη πρόκληση για τη διαμόρφωση του τελικού έργου.
Η νέα κατασκευή έπρεπε να αντικαταστήσει τα στενόμακρα δωμάτια με μεγάλους ενιαίους χώρους που θα ενοποιούσαν τη θέα από το εσωτερικό προς το εξωτερικό δίνοντας την αίσθηση της συνέχειας. Αυτόματα αποκαλύφθηκαν κατασκευαστικές ατέλειες και αστοχίες που η νέα παρέμβαση προσπάθησε να ενσωματώσει και να υπερκαλύψει.
Το φυσικό περιβάλλον και το τοπίο αποτέλεσαν τις κατευθυντήριες γραμμές του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, έτσι ώστε η διαμόρφωση της βασικής όψης του κτιρίου να εξυπηρετεί την ανάγκη για συνεχή οπτική επαφή με το νερό. Επιπλέον, η κινητικότητα των μεγάλων υαλοπετασμάτων εξασφαλίζει φωτεινότητα και συσχετίζει τους χώρους διημέρευσης με τους εξώστες, επεκτείνοντας τη χρηστική συνέχεια του έσω με τον έξω χώρο.
Η κατοικία διαρθρώνεται σε 3 ορόφους με τον έναν από αυτούς να είναι κατά το ήμισυ βυθισμένος στο έδαφος με τη μορφή υπόσκαφου κτιρίου, έχοντας ως χώρο εκτόνωσης τον κήπο με την πρόσβαση στην παραλία. Οι 2 υπερκείμενοι όροφοι αντλούν τις προσβάσεις τους από μια ιδιωτική οδό στην άλλη πλευρά του οικοπέδου και έτσι εξασφαλίζεται και ο αναγκαίος βαθμός ιδιωτικότητας μεταξύ τους.
Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν, με το ξύλο να καταλαμβάνει κυρίαρχη θέση στις διακοσμητικές επιλογές, εναρμονίζονται με τον χαρακτήρα του τοπίου αναδεικνύοντας την ξεχωριστή «προσωπικότητα» του κτιρίου.